Συχνές Ερωτήσεις

Διαδικασία Διαμεσολάβησης

Όχι! Ενδέχεται ο διαμεσολαβητής να σας ζητήσει να του υποβάλετε υπόμνημα διαμεσολάβησης, δηλαδή μια πολύ συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης και των προς επίλυση θεμάτων (μέση έκταση: 2 σελίδες). Ο ρόλος του υπομνήματος είναι να αποκτήσει ο διαμεσολαβητής μια πρώτη εικόνα της υπόθεσης από την οπτική καθενός από τα μέρη, ώστε να οργανώσει τη διαδικασία με τρόπο που θα διευκολύνει την επίτευξη συμφωνιών επίλυσης των επιμέρους ζητημάτων.
Το περιεχόμενο του υπομνήματος δεν δημιουργεί κάποια δέσμευση για τα μέρη, τα οποία μπορούν να συμπληρώσουν και να αναπτύξουν τις σκέψεις τους κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαμεσολάβησης.
Το κάθε μέρος δεν λαμβάνει γνώση του περιεχομένου του υπομνήματος του άλλου μέρους, εκτός αν κάθε μέρος επιτρέπεψει στον διαμεσολαβητή να κοινοποιήσει το υπόμνημά τους στο άλλο μέρος αντίστοιχα.
Η μη ανταλλαγή υπομνημάτων δεν επηρεάζει τη διαδικασία διαμεσολάβησης, αφού στο πλαίσιο αυτής κάθε μέρος θα έχει επαρκείς ευκαιρίες να αναπτύξει τις σκέψεις του και μάλιστα να τις συζητήσει απευθείας και με τον άμεσα ενδιαφερόμενο, δηλαδή το άλλο μέρος.

Προσοχή – στη διαμεσολάβηση δεν διεξάγεται αποδεικτική διαδικασία! Σκοπός της διαμεσολάβησης δεν είναι η έξωθεν (από τον διαμεσολαβητή) διερεύνηση της αλήθειας των ισχυρισμών των μερών, αλλά η έσωθεν (από τα ίδια τα μέρη) εξεύρεση λύσεων για τα εκκρεμούντα ζητήματα.
Ο διαμεσολαβητής βοηθά τα μέρη και τους παραστάτες δικηγόρους τους να εστιάσουν περισσότερο στις πραγματικές τους δυνατότητες και στο εφικτό των προτεινόμενων λύσεων, καθώς επίσης και στις ενδεχόμενες συνέπειες διαφορετικών λύσεων και διαφορετικών διαδικασιών επίλυσης.
Η ισχύς των νομικών ισχυρισμών των μερών και η αλήθεια των πραγματικών περιστατικών που τα στηρίζουν ενδιαφέρουν μόνο στο μέτρο που επηρεάζουν την πρόθεση κάθε μέρους να αποδεχθεί κάποια πρόταση επίλυσης εκ μέρους του άλλου μέρους. Με άλλα λόγια, στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης, τα μέρη, με τη βοήθεια του διαμεσολαβητή, δεν εστιάζουν τόσο πολύ στο ποιος έχει δίκιο και ποιος έχει άδικο, όσο στο τι μπορεί να γίνει και από τις δύο πλευρές για να λυθεί το πρόβλημα, να αποκατασταθούν τυχόν ζημίες και να συνεχιστεί ομαλά η συνεργασία τους στο μέλλον.

Προσοχή – ο διαμεσολαβητής δεν αποφασίζει για την επίλυση της διαφοράς σας. Στη διαμεσολάβηση, οι διαφορές επιλύονται μέσω συμφωνίας των εμπλεκομένων.
Η τελική συμφωνία επίλυσης της διαφοράς ενσωματώνεται στο «πρακτικό διαμεσολάβησης», το οποίο αποτελεί εκτελεστό τίτλο από την κατάθεσή του στη γραμματεία του μονομελούς πρωτοδικείου της περιφέρειας στην οποία διεξήχθη η διαμεσολάβηση.

Ο διαμεσολαβητής συντονίζει τη ροή της διαδικασίας, οργανώνοντας τα θέματα συζήτησης με τρόπο που να διευκολύνει την αποτελεσματική επεξεργασία τους και την επίτευξη συμφωνιών για την επίλυση κάθε ζητήματος.
Οι παρεμβάσεις του διαμεσολαβητή είναι καταλυτικές για την επίτευξη της τελικής συμφωνίας, η οποία χτίζεται πάνω στην επεξεργασία των προβληματικών ζητημάτων από τα ίδια τα μέρη. Στο πλαίσιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης, ο διαμεσολαβητής βοηθά τα μέρη να ανταλλάξουν απόψεις με τρόπο που το κάθε μέρος να μπορεί να αξιοποιήσει τα νέα δεδομένα που λαμβάνει από το άλλο μέρος σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης και συνεργασίας.
Το κάθε μέρος παρέχει στο άλλο διευκρινίσεις σχετικά με τα αιτήματά του και γενικότερα με αυτά που θα το ενδιέφερε να κομίσει από τη μεταξύ τους συνεργασία. Επίσης, εκφράζει με σαφήνεια τι θα ήταν διατεθειμένο να δώσει στο άλλο μέρος, ως παροχή ή ως υποχώρηση σε κάποιο θέμα δευτερεύουσας σημασίας, προκειμένου να διαμορφωθεί μια συμφωνία που και για τα δύο μέρη θα σημαίνει οριστική επίλυση του προβλήματος που τα έφερε σε διαμεσολάβηση.

Μέρος του ρόλου του διαμεσολαβητή είναι να διασφαλίζει ότι οι συμμετέχοντες διαπραγματεύονται επί ίσοις όροις. Επιπλέον, η παρουσία των δικηγόρων των συμμετεχόντων αποτελεί εγγύηση για την ανά πάσα στιγμή προστασία των συμφερόντων και της διαπραγματευτικής ισχύος όλων των μερών.

Όλοι οι συμμετέχοντες σε διαδικασία διαμεσολάβησης ΕΟΔΙΔ υπογράφουν δήλωση εμπιστευτικότητας και τήρησης του απορρήτου, ενώ απαγορεύεται εκ του νόμου να εξεταστούν ως μάρτυρες. Περαιτέρω, οι συμμετέχοντες στη διαδικασία διαμεσολάβησης δεν υποχρεούνται να προσκομίσουν σε επακολουθούσες δίκες ή διαιτησίες στοιχεία που προκύπτουν από διαδικασία διαμεσολάβησης ή έχουν σχέση με αυτήν, παρά μόνο αν κάτι τέτοιο επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης, κυρίως για να εξασφαλιστεί η προστασία των ανηλίκων ή για να αποφευχθεί ο κίνδυνος να θιγεί η σωματική ακεραιότητα ή ψυχική υγεία προσώπου.
Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν να είναι απόρρητο και το περιεχόμενο της συμφωνίας του, εκτός αν η γνωστοποίηση αυτού απαιτηθεί προκειμένου να εκτελεσθεί η συμφωνία.
Περαιτέρω, το απόρρητο της διαμεσολάβησης δεν προστατεύει τα έγγραφα και πληροφορίες που είναι ούτως ή άλλως προσβάσιμα στα μέρη εκτός του πλαισίου της διαμεσολάβησης.
Η εμπιστευτικότητα καλύπτει και τις κατ’ ιδίαν συναντήσεις του διαμεσολαβητή με καθένα από τα μέρη. Αυτό σημαίνει ότι ο διαμεσολαβητής δεν μπορεί να γνωστοποιήσει σε ένα μέρος αυτό που εμπιστευτικά μοιράστηκε μαζί του το έτερο μέρος, εκτός εάν κάτι τέτοιο του επιτραπεί ρητά.

Σύμφωνα με τον Ν 4640/2019, η συμφωνία επίλυσης στην οποία καταλήγουν τα μέρη σε μια διαμεσολάβηση μπορεί, με μια πολύ απλή διαδικασία να καταστεί εκτελεστός τίτλος, δηλαδή να αποκτήσει την ισχύ δικαστικής απόφασης.

Σε περίπτωση που θεωρείτε ότι η διαμεσολάβηση δεν προχωρά ικανοποιητικά, μπορείτε να ενημερώσετε τον διαμεσολαβητή, για να δείτε αν υπάρχει περιθώριο προσαρμογής της διαδικασίας. Εάν αυτή η επιλογή δεν αποφέρει ικανοποιητικό για εσάς αποτέλεσμα, μπορείτε ανά πάσα στιγμή να αποχωρήσετε από τη διαδικασία και να επιδιώξετε την ικανοποίηση των συμφερόντων σας μέσω διαιτησίας ή προσφυγής στα δικαστήρια.